Το νεοσυσταθείς κράτος της Πολωνίας έχει εμφανιστεί στο χάρτη της Ευρωπης τέλος του 10ου αιώνα μ.χ. με πρωτεργάτην τον Δούκα Μιέσκο Α’ του Οίκου των Πιάστ (Οίκος που διοίκησε την Πολωνία σχεδόν μέχρι το τέλος του 14ου αιώνα) να δημιουργεί de facto το Πολωνικον κράτος και να υιοθετεί ταυτόχρονα τον Χριστιανισμό σαν επίσημη θρησκεία. Το ένδοξο κράτος της Πολωνίας ανασυντάχθηκεν επίσημα σε βασίλειο το 1025 από τον υιόν του πρώτου κυβερνήτη, Μπολεσλαβ Α’ το Γενναίο αφού στέφθηκεν σαν πρώτος Βασιλειάς της χώρας του είχε επεκτείνει αρκετά το κράτος του μετά από σειρές στρατιωτικών επιτυχιών.
Το 1138 ο Δούκας Μπολεσλαβ Γ’ πριν πεθάνει, στην Διαθήκη του διαίρεσε την Πολωνία μεταξύ των υιών του, με αποτέλεσμα τον εσωτερικό διαμελισμό του κράτους και την διάβρωση στις δομές της μοναρχίας τοι Οίκου των Πιαστ τον 12ον και 13ον αιώνα,παρνόντας μια περίοδο μεγάλης αποσταθεροποίησης.
Η μοναρχία των Πιάστ αποκαταστάθηκε αρχές του 14ου αιώνα απο τον Δουκα τον Βλαντίσλαβ Β´τον Βραχύ (1306-33) ο οποίος στέφθηκε Βασιλειάς το 1320.
Ο Βασιλειας Καζιμιερζ Γ´ο Μέγας (1333-70) υιός του Βλαντισλαβ Ά και τελευταίος του Οίκου των Πιάστ, ενίσχυσε καί επέκτεινε εδαφικά διοργανώνοντας το αποκατεστημένο βασιλειο,ξεκινώντας μία περίοδο προόδου και ευημερίας, θέτοντας έτσι τα θεμέλια ενός σύγχρονου μεσαιωνικού κράτους της Ευρώπης.
Ο ίδιος ο Βασιλειας αυτός υπήρξε ο πρωτεργάτης του πρώτου πανεπιστημίου της Πολωνίας και του δευτέρου στην Ανατολική Ευρώπη. Από τις αρχές του 19 αιώνα γνωστόν ως το Πανεπιστήμιον το Γιαγκελλόνικο.
Το 1386 μετα Πολωνικη-Λιθουανική συνδεσει, την αποδοχή του καθολικισμού από την Λιθουανία και τον γάμο του Μεγάλου Δούκα Γιογκάιλα Β´ με την ήδη Βασίλισσα της Πολωνίας Γιατβίκα στέφθηκε και ο ίδιος Βασιλειας της Πολωνιας με το όνομα Βλαντίσλαβ Β´Γιαγκελόν.
Ο Οικος των Γιαγκελλόνων διάτκησε σχεδόν για δυο αιώνες με τελευταίον Βασιλειαν τον Ζυγμουντ Αυγουστ ο οποίος το 1569 πετυχαίνει την ´Ενωση του Λούμπλιν, την δημιουργία της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, ένα ομοσπονδιακό κράτος που ορισμένες εξουσίες ήταν κοινές και μερικές ξεχωριστές. Λίγο μετά, το 1572 όταν αυτός ο βισιλειας πεθαίνει άτεκνος τότε οι ευγενείς (που σχισματίζα την Βουλή) είχαν αποφασίσει όπως οι βασιλείς να είναι από εδώ και πέρα εκλεγόμενοι.
Η Κοινοπολιτεία αυτή ήταν ένα απέραντο κράτος με ένα εκκατομυρίων τετραγωνικά χιλιόμετρα με μεγάλη ακμή σε όλους του τομείς της ζωής, πολιτικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς.
Η ανάπτυξης αυτή διάρκεσε μέχρι την εισβολή των Σουηδών και δίχρονη κατάληψη της Πολωνιας το 1655-57 γνωστή σαν κατακλυσμός,διότι από το πέρασμα τους οι εισβολείς λεηλατούσαν και καταστρέφαν τα πάντα, καθώς έκλεβαν κάθε πολύτιμο αντικείμενο στο δρόμο τους. Μετά από αυτή την απάνθρωπη κυριολεκτικά πολιορκία οι Κοινοπολιτεία δεν επέστρεψε ποτέ πίσω στους ένδοξους καιρούς της, με σταδιακή παρακμή μέχρι τον καταμερισμό της Πολωνικής - Λιθουανικής Κοινοπολιτείας απο τους γείτονες της (Ρωσία, Πρωσία και Αυστρία) κατά τα τέλη του 18 αιώνα.
Μοναδική εξαίρεση,που αναβίωσε για λίγα χρόνια, κατα τα τέλη του 17ου αιώνα η δόξα της Κοινοπολιτείας ήταν όταν εκλέγει Βασιλειας ο Πολωνός Στρατάρχης ο Γιάν Γ´Σοβιέσκι (1744-96) με τις μεγάλες του στρατιωτικές επιτυχίες έναντι των Τούρκων. Και συγκεκριμένα, κατ´αρχήν τους νίκησε στο Χοξίμην στην χώρα του το 1673 και μετά τους συνέτριψε στη Βιέννη και στα Μπαρκάνη της Αυστρίας το 1683 όταν έσπευσε να βοηθήση στην διάσωση του χριστιανισμού στην Ευρώπη και μετά απο παράκληση του Αυτοκράτορα της Αυστρίας και του Πάπα της Ρώμης .
Τον 18ον αιώνα επικρατούσε μια κατάσταση συνεχούς αποσταθεροποίησης αφού οι εκλεγόμενοι Βασιλιάδες (1697-1763), ´Αουκουστ Β´ Δυνατός και ο υιός του ´Αουκουστ Γ´ Σας, προέρχονταν απο την Σακσονία και το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν τα συμφέροντα της χώρας τους που ξακακτιστεί και της μερίδας των ευγενών που τους εξέλεξαν στην εξουσία. Έτσι όταν το 1764 νέος Βασιλιάς επιλέγει ο Πολωνός διαφωτιστής Στανίσλαβ ´Αυκουστ Πονιατόβσκι εάν και άρχισε μεγάλες μεταρρυθμίσεις για την σωτηρία της Πολωνικής- Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, δεν κατάφερε και πολλά αφού ο πρώτος διαμελισμός επήλθε το 1773 από τις τρεις γειτονικές χώρες, Ρωσία, Πρωσία και Αυστρία. Σαν τελευταία προσπάθεια του Βασιλιά και της μερίδας των ευγενών που τον υποστήριζαν ήταν η ψήφισης, από το Μοίζον Κοινοβούλιο, στις 3 Μαΐου του 1791 του Συντάγματος που αποτέλεσε σαν τη πρώτη τέτοια απόφαση ανώτατου νόμου στη σύγχρονη Ευρώπη. Το γεγονός αυτό αντιμετωπίστηκε με μεγάλη εχθρότητα από τους συντηρητικούς κύκλους της ανώτερης αριστοκρατίας της Κοινοπολιτείας και απο την Αυτοκράτειρα της Ρωσίας, την Κατερίνα, η οποία ήταν αποφασισμένη να αποτρέψει την αναγέννηση μιας ισχυρής Κοινοπολιτείας, με αποτέλεσμα τον δευτερον καταμερισμό της το 1793 και τον τελεσίδικο το 1795. Μετά από το γεγονός αυτό 123 χρονια η Πολωνία και η Λιθουανία από κοινή υπερδύναμη και μια από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες της Ευρώπης έπαυσαν να υπάρχου.
Κατά τη διάρκεια της ξένης κατάκτησης του ο Πολωνικός λαός μεταξύ 1795 και 1918, η φλόγα της ανεξαρτησίας τους δεν έσβησε ποτέ, διατηρώντας ζωντανή καθ´ολη τη διάρκεια της υποδούλωσης τους. Υπήρξαν συνεχώς εξεγέρσεις και άλλες ένοπλες επιχειρήσεις εναντίον της υποδουλείας,οι οποίες καρποφόρησα μετά την λήξη Α’ Παγκοσμίου πολέμου οπου η Πολωνία κατάφερε να αποκτήσει την ανεξαρτησία της, αφού όλες οι χώρες που την διαμέλισαν ειχαν ηττηθεί σ´αυτό τον πόλεμο.
Η Πολωνία στο διάστημα 1918- 1939 κατα μεγάλον βαθμον επέστρεψε στις δόξες της με μεγάλη ακμή σε όλους τους τομείς, κάτι που διέκοψε ο Β´ Παγκόσμιος Πόλεμος με αποτέλεσμα όχι μόνο την κατοχή και την καταστροφή του κράτους αλλά και την δολοφονία
6 εκατομυρίων πολιτών της φέρνοντας την σαν το μεγαλύτερον θύμα αυτού του ολέθριου πολέμου.
Η αποκατάσταση της ανεξαρτησίας το 1945 την έφερε κάτω από Σοβιετικό έλεγχο για 45 χρόνια με βάση του Σοσιαλιστικού Συστηματος. Κάτι που ήταν αποτέλεσμα των συμφωνιών των συμμάχων εναντίον του Χιτλερ. Σ´αυτό το διάστημα κατάφεραν οι Πολωνοί από κοινού με σκληρή δουλειά να αναγείρουν την χώρα τους, σε μεγάλο βαθμό, από τον πραγματικό όλεθρο του πολέμου.
Μεγάλη πρόοδο η Πολωνια επέρασε μετά το 1989, οτα το Σοσιαλιστικό Σύστημα ‘εξαντλήθηκε’ και το κράτος επέστρεψε στις ευρωπαϊκές του ρίζες, όπως η ένταξη της στο ΝΑΤΟ το 1999 και στην Ευρωπαϊκή Ένωση το 2004.